Rossetti, Dante Gabriel Ο Ντάντε Γκάµπριελ Ροσέτι (Dante Gabriel Rossetti) γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 12 Μαΐου 1828. Γοητευµένος από τη ροµαντική λογοτεχνία, τις γοτθικές ιστορίες τρόµου, το έργο του Έντγκαρ Άλαν Πόε και του Γουίλιαµ Μπλέικ, ιδρύει το 1848 την Προραφαηλιτική Αδελφότητα (Pro-Raphaelite Brotherhood) µαζί µε τους Γουίλιαµ Χόλµαν Χαντ, Τζων Έβερετ Μιλαί, (όλοι σπουδαστές της Βασιλικής Ακαδηµίας και κάτω των 25 χρόνων), µε βασική επιδίωξη την πιστή απεικόνιση της αλήθειας της φύσης στα θρησκευτικά και µεσαιωνικά θέµατα. Προσχωρούν στην οµάδα οι James Collinson, F.G. Stephens, Thomas Woolner και G.M. Rossetti. Η αποκήρυξη του ακαδηµαϊκού ιδεώδους και η προσβολή της θρησκευτικότητας µέσω του ρεαλισµού προκαλεί αντιδράσεις και η Προραφαηλιτική Αδελφότητα αποκτά φανατικούς επικριτές όπως τον Τσαρλς Ντίκενς και ταγµένους υποστηρικτές, όπως τον Τζων Ράσκιν. Η εικονογράφηση βιβλίων επιτρέπει στον Ροσέτι µεγαλύτερη ελευθερία, οπότε στρέφεται στην απεικόνιση θρύλων του Βασιλιά Αρθούρου και στη δηµιουργία σχεδίων βασισµένων στον Σαίξπηρ, τον Δάντη κ.ά. Το 1856 εγκαινιάζει τη δεύτερη φάση του Προραφαηλιτικού κινήµατος µε τους Έντουαρντ Μπερν-Τζόουνς και Γουίλιαµ Μόρις.
    Ο Ροσέτι συνδύασε την ποίηση και τη ζωγραφική, προβάλλοντας την oνειρική ατμόσφαιρα και τη συγκινησιακή δύναμη, το μυστικιστικό συμβολισμό και τον υποβλητικό ρομαντισμό απέναντι στη στείρα ακαδημαϊκότητα. Το 1850 δημοσιεύεται στο πρώτο τεύχος του προραφαηλιτικού περιοδικού "Ο Σπόρος" ("The Germ") το ποίημα "Η Ευλογημένη Δεσποινίδα" ("The Blessed Damozel"). Το 1860 παντρεύεται την Ελίζαμπεθ Σιντάλ, ένα από τα αγαπημένα θέματα στις προσωπογραφίες του. Το παιδί τους θα γεννηθεί νεκρό και δυο χρόνια αργότερα, πεθαίνει και η ίδια από υπερβολική χρήση λαύδανου. Μαζί της, ο Ροσέτι, θάβει το μόνο ολοκληρωμένο χειρόγραφο των ποιημάτων του, το οποίο 7 χρόνια αργότερα θα εκθάψει για να εκδώσει το 1870 το έργο του "Ποιήματα" ("Poems"). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Ροσέτι απέκτησε μια εμμoνή για τα εξωτικά ζώα και ειδικότερα για τους φασκολώμυες. Συχνά ζητούσε από τους φίλους να τον συναντήσoυν στη "Φωλιά του Φασκολώμυα" στο ζωολογικό κήπo του Λονδίνου όπου περνούσε ατέλειωτες ώρες. Το 1869 απέκτησε το πρώτο του κατοικίδιo, ένα βραχύβιο φασκολώμυα που ονόμασε "Koρυφή" (Τοp), τον οποίο έφερνε συχνά στο τραπέζι όπου και κοιμόταν κατά τη διάρκεια των γευμάτων. Μάλιστα, λέγεται πως αυτό ενέπνευσε τον μουσκαρδίνο του Lewis Caroll στο έργο "Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων".
    Μετακομίζει στο Τσέλση, όπου συνδέεται με τους Σουίνμπορν και Μέρεντιθ. Τα τελευταία του χρόνια ζει απομονωμένος και το 1881 εκδίδει το "Μπαλάντες και Σονέτα" ("Ballads and Sonnets"), που περιλαµβάνει "Το Σπίτι της Ζωής" ("The House οf Life"). Πέθανε 9 Απριλίου 1882, Κυριακή του Πάσχα, και θάφτηκε στο Μπέρτσινγκτον-Ον-Ση, µακριά από τον τάφο της Ελίζαμπεθ, όπως είχε ζητήσει.