
Μετά την ανακήρυξη της Δημοκρατίας (1922) υπηρέτησε σε διάφορες διοικητικές θέσεις, μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία και ήταν ένας από τους πρωτεργάτες του στρατιωτικού κινήματος που ανέτρεψε τη δικτατορία του Πάγκαλου (1926). Τον ίδιο χρόνο και έως το 1928 ασκεί καθήκοντα διευθυντή σπουδών στη Σχολή Ευελπίδων. Με το βαθμό του συνταγματάρχη διετέλεσε στατιωτικός ακόλουθος της Ελληνικής Πρεσβείας στο Παρίσι (1931-33). Το 1935 ηγήθηκε του κινήματος με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε ισόβια δεσμά. Αμνηστεύθηκε το 1936, πιάστηκε και πάλι το 1937 και εξορίστηκε από τη μεταξική δικτατορία στη Μήλο όπου παρέμεινε ως το 1940.
Με την έκρηξη του πολέμου απορρίφθηκε αίτησή του να σταλεί στο αλβανικό μέτωπο. Μετά την κατάληψη της χώρας (1941) κινήθηκε για την οργάνωση κινήματος εθνικής αντίστασης. Προδόθηκε όμως, πιάστηκε δυο φορές από τους Ιταλούς (1941, 1942) και κλείστηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Το 1943 προσχώρησε στο ΕΑΜ και του ανατέθηκε η αρχηγία του ΕΛΑΣ.
Μετά το Δεκέμβρη και την διάλυση του ΕΛΑΣ υπήρξε ένας από τους ηγέτες του ΕΑΜ. Το 1946 πιάστηκε και εκτοπίστηκε στη Μήλο απ' όπου μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο το 1948, κατόπιν στον Αη Στράτη. Απολύθηκε το 1951 μετά την εκλογή του στο βουλευτικό αξίωμα. Ήταν ένας από τους ηγέτες της ΕΔΑ και βουλευτής της, ως την 31η Μάη 1957 που δολοφονήθηκε στον Άλιμο κοντά στο σπίτι του από τον Αμερικανοϊταλό λοχία της εκεί αμερικανικής βάσης, Μάριο Μουζάλι, που τον χτύπησε με το αυτοκίνητό του.