
Από την ηλικία των δέκα ετών (κατά τις θερινές διακοπές, όσο έλειπε από την πόλη) παρουσίασε έντονη αλλεργική δύσπνοια που τον ανάγκαζε να μένει ξύπνιος τις νύχτες. Άρχισε να γράφει στη διάρκεια των μοναχικών αυτών αϋπνιών, στην αρχή θεατρικά έργα και κατόπιν πεζογραφία. Μαζί με τον εικαστικό καλλιτέχνη Ζάφο Ξαγοράρη και την ποιήτρια Φοίβη Γιαννίση (που έζησε μαζί του επί δεκαεπτά χρόνια) εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό "Μαύρο Μουσείο" που κυκλοφόρησε το 1986 με ψευδυπόγραφα κείμενα, διανθισμένα με πλαστά βιογραφικά υποτιθεμένων πεζογράφων: τα δημοσιεύματα παρουσιάζονταν αναμεμειγμένα με αληθινά στοιχεία που φανέρωναν τους πραγματικούς συντελεστές του περιοδικού. Ο συγγραφέας Ε. Χ. Γονατάς (από τους λίγους που αντελήφθησαν τη φάρσα) έγινε ο δάσκαλός του στη γραφή και στην ανάγνωση. Κατά τη διαμονή του στο Παρίσι ο Αντονάς γνώρισε τη φιλοσοφική σκηνή της εποχής και ήρθε σε επαφή με τον Jacques Derrida. Επέστρεψε από την Γαλλία και εργάστηκε ως επαγγελματίας αρχιτέκτων: έκτισε κατοικίες και καταστήματα, σχεδίασε επίσης σειρά κτισμάτων χωρίς εργοδοτική εντολή, προτείνοντας την εγκατάσταση ιδιόμορφων κτιριολογικών προγραμμάτων σε ειδικές τοποθεσίες. Τα λογοτεχνικά του κείμενα χαρακτηρίστηκαν εν σμικρύνσει φιλοσοφικά μυθιστορήματα, αφηγήματα τρόμου, περιπετειώδεις ιστορήσεις, αστυνομικά διηγήματα, οικογενειακά χρονικά, μινιμαλιστικές καταγραφές, αδύνατοι αποχωρισμοί, αποκρυφιστικές αλληγορίες, ηθικές παραβολές.